Καθόμασταν, θυμάμαι, και μιλούσαμε. Με κοιτούσε στα μάτια, πάντα με κοιτούσε στα μάτια γιατί μου είχε μιλήσει επανειλημμένα για την αδυναμία που είχε για τα μάτια μου. Μιλούσαμε για τα πάντα, τα όνειρά μας, τις σκέψεις μας, τις ιδέες μας και ό,τι άλλο μπορούσαμε να σκεφτούμε. Και και εγώ σκεφτόμουν πως ήμουν ευτυχισμένη. Θυμάμαι εκείνο το βράδυ που περπατούσαμε παρέα στη βροχή, και τότε που έπαιζα με το χέρι του στο τρένο ενώ ήμουν κουρασμένη. Θυμάμαι και τις στιγμές με τα κορίτσια, αυτές που πηγαίναμε σε μία ταράτσα μέχρι τα ξημερώματα και συζητούσαμε τα πάντα.
Στιγμές σαν και αυτές τις λησμονώ σε μία καθημερινότητα που με καταστρέφει, σε μία κατάσταση που με έχει μετατρέψει σε μηχανή και με αναλώνει ολο και περισσότερο. Μέρες και νύχτες πάνω από ένα βιβλίο, τα καλύτερά μας χρόνια στο διάβασμα. Και αυτό για την αβεβαιότητα, αξίζει να ρισκάρεις ή ξέρεις μέσα σου πως δεν θα τα καταφέρεις; Σήμερα αυτό που κατάλαβα είναι πως αυτή η κατάσταση μας αποξενώνει από τον ίδιο μας τον εαυτό, μας κάνει μαριονέτες ενός κωμικοτραγικού έργου, μόνο που αυτοί που πληγωνόμαστε ψυχικά είμαστε εμείς οι ίδιοι. Άκουγα συνέχεια όνειρα, άκουγα παιδιά δεκαοκτώ χρονών να έχουν όλη τη διάθεση να αλλάξουν τον κόσμο, να τον κάνουν καλύτερο και να βοηθήσουν, να πετύχουν και να κάνουν τα όνειρα τους πραγματικότητα. Άκουγα αυτά τα παιδιά να λένε πως τώρα δεν είναι ο εαυτός τους, πως δεν κάνουν αυτό που τους αρέσει, δεν κάνουν πράγματα για εκείνους. "Διαβάζω γιατί θέλουν οι γονείς μου, γιατί πρέπει, για τον μελλονικό μου εαυτό" άκουγα συνέχεια και πληγωνόμουν όλο και περισσότερο. Ξανάρχισα λοιπόν να θυμάμαι, να θυμάμαι τις βόλτες στην Αθήνα, το περσινό καλοκαίρι και τη θάλασσα, την ηρεμία. Και να θυμάμαι και εκείνον, που πάντα έβρισκε τρόπο να με ηρεμίσει. Αυτά, που πλέον δεν είναι τίποτα άλλο παρά στιγμές, ουτοπικές καταστάσεις, αναμνήσεις που χρησιμοποιώ για να ξεφύγω από την ίδια μου τη ζωή. Υπομονή, λέω στον εαυτό μου για να του δώσω θάρρος, δύο μήνες έμειναν και είσαι ελεύθερη.
Και με αυτό, διέκοψα για λίγο τις σκέψεις μου και επέστρεψα στη συζήτηση που είχαμε αρχίσει για τα μεγαλύτερά μας όνειρα.